Τα τελευταία χρόνια γίναμε παρατηρητές μιας αύξουσας κρατικής καταστολής και γενικότερης ανθρωποφαγίας που επεβλήθησαν υπό την πρόφαση των περιβόητων “προαπαιτουμένων” για την εισαγωγή στον τραπεζικό μηχανισμό στήριξης, με κύριους παροχείς την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Επί κυβέρνησης Παπανδρέου ανακοινώθηκε από το Καστελλόριζο – το όποιο διαδραμάτιζε στην τότε γεωπολιτική δυναμική έναν όρο συμβολικό – η εισαγωγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ προκειμένου να σωθεί από την πρόφαση της ολικής χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης. Η συνέχεια είναι λίγο πολύ σε όλες και σε όλους μας γνωστή. Από μια περίοδο φαινομενικά άφθονων παροχών και ατέρμονης κατανάλωσης μεταβήκαμε σε μια εποχή βίαιης προσαρμογής, διότι όπως διακήρυτταν τα συστημικά μέσα ανά την Ευρώπη, “ο ελλαδικός λαός ήταν αργόσχολος και απείθαρχος”, χαρακτηριστικά τα οποία έπρεπε να εξαλειφθούν και έτσι εξαλείφθηκαν.
Η βίαιη προσαρμογή είχε ως κύριο διακύβευμα τη “σωτηρία της χώρας” – όπως την ονόμαζαν – και στο βωμό αυτής της σωτηρίας, γίναμε θεατές μιας άνευ προηγουμένου συνολικής επίθεσης κράτους-κεφαλαίου, η οποία διαπέρασε όλο το εξουσιαστικό οικοδόμημα, σε όλα τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά επίπεδα. Από την εφαρμογή των οικονομικών και ποινικών πολυνομοσχεδίων που νομιμοποιούσαν αλλά και ηθικοποιούσαν τη βίαιη επίθεση στις ζωές μας (τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, τις ιδιωτικοποιήσεις, το ξεπούλημα του φυσικού περιβάλλοντος και όλα τα μέτρα λιτότητας) μέχρι την συνολική όξυνση της καταστολής, με τους μηχανισμούς επιβολής που διαθέτει, με την εφαρμογή των τρομονόμων, την όξυνση της αστυνομικής βίας, τις εκκενώσεις καταλήψεων, τις προφυλακίσεις, όλα όσα ξερνάει η κρατική βία και στοχεύει να χτυπήσει τους αγώνες και τις αντιστάσεις. Φυσικά, μία τέτοια μετάβαση δεν έγινε εν μία νυκτί, αντιθέτως υπολάνθανε, μέχρις ότου εφαρμοστεί συνολικά στον ελλαδικό χώρο το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Και το σχέδιο αυτό δεν περιλάμβανε απλώς μια βίαιη προσαρμογή σε ένα αμιγώς οικονομικό επίπεδο, αλλά η προσαρμογή επιτελέστηκε πολυεπίπεδα από την γαλούχηση σε ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής που αφορούσε όλες τις πτυχές της σύστασης των ατόμων.
Στην “αχαλίνωτη” εποχή, κυριαρχούσε επί δεκαετίες μια έντονη φιλολογία και προβαλλόταν ένας συγκεκριμένος τρόπος ζωής με όρους του “φαίνεσθαι” και της κοινωνικής ανθρωποφαγίας, που στηριζόταν σε μια ατέρμονη υπερκατανάλωση. Φυσικά, η φυσιογνωμία του “αργόσχολου υπερκαταναλωτή”, δεν θα μπορούσε ποτέ να καταστεί εφικτή αφ’ εαυτής, αλλά έπρεπε να κατασκευαστεί κοινωνικά επί δύο αξόνων: έναν ψυχολογικό και έναν οικονομικό. Η ενιαία ταυτότητα των “από τα κάτω”, η κοινωνική ταξική συνείδηση έπρεπε πρωτίστως να αποκρυφθεί και ύστερα να αλλοιωθεί, μέσω μιας ρητορικής που στελεχώθηκε επί του ατομικού προτάγματος της κοινωνικής ανέγερσης και του κύρους, προσιδιάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το περιβόητο “American Dream”. Πέραν της κατασκευής των απαραίτητων ψυχολογικών κινήτρων, ωστόσο, έπρεπε να τίθενται και τα κατάλληλα οικονομικά εφόδια προκειμένου να καταστεί η εν λόγω μετάβαση εφικτή και σε ένα υλικό – καθημερινό επίπεδο. Αυτό κατέστη εφικτό μέσω της κατασκευής της τραπεζικής και χρηματιστηριακής φούσκας, μέσω της παραγωγής καινούργιων χρηματοοικονομικών προϊόντων και της μαζικής δανειοληψίας, τα οποία αποτελούσαν τις αναγκαίες συνθήκες και τους παροχείς για την κάλυψη πλασματικών αναγκών. Στην περίοδο των μαζικών δανειοδοτήσεων και της καταναλωτικής μανίας οι καταναλωτές επένδυαν σε υπερτιμημένες αξίες, που διαμορφώνονταν απ’ την ίδια ευκολία πρόσβασης στο δανεισμό, μια ευκολία που παρά μόνο τυχαία δεν ήταν. Οι σχέσεις ιδιοκτησίας, η κατοχή όλο και περισσότερων αντικειμένων αποτέλεσαν τον προορισμό ζωής, ήταν ταυτόχρονα το δόλωμα και η παγίδα. Διαφαίνεται, λοιπόν, πώς ήδη από την περίοδο “προ-κρίσης” δεν προοικονομούνταν απλώς τα όσα συμβαίνουν σήμερα, αντιθέτως αποτελούσαν ήδη πραγματικότητα.
Οι διάφοροι συστημικοί λόγοι και πρακτικές διαχώρισαν την σύγχρονη ελλαδική και γενικότερα ευρωπαϊκή ιστορία σε δύο εποχές των “μετά” και “προ” κρίσης, με στόχο να αποδοθεί ένα “δίκαιο” και μια “ορθολογικότητα” στις πολιτικές πρακτικές ενός ιστορικού μετά, ενός μετά της προσαρμοστικής λιτότητας, της χαλιναγώγησης, της πειθαρχίας, ενός μετά που στην ελληνική περίπτωση “έμελε να εξευρωπαΐσει τους απείθαρχους βαρβάρους”. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται παρά περί ταυτολογίας των δύο φαινομενικά εκ διαμέτρου αντίθετων περιόδων, όπου η πρώτη προετοίμαζε και ταυτόχρονα “δικαίωνε” το έδαφος ανάπτυξης και εδραίωσης της δεύτερης. Η μεταβολή των κοινωνικο-οικονομικών συσχετισμών, επέφεραν αναπόφευκτα και αλλαγές στην κατανομή των εισοδημάτων, με τη σταδιακή περικοπή τους, δημιουργώντας τους λεγόμενους μισθούς πείνας. Από τη μία πλευρά η περίοδος παραγωγής υπερκαταναλωτικών υποκειμένων και από την άλλη η περίοδος της συμμόρφωσης στις εξουσιαστικές επιταγές.
Ένα από τα αποτελέσματα όλων αυτών για μεγάλα κοινωνικά κομμάτια, είναι η αδυναμία εκπλήρωσης των δανειοληπτικών τους υποχρεώσεων, κομμάτι των οποίων είναι τα κόκκινα δάνεια που πρέπει να ρυθμιστούν. Κάτι τέτοιο επί της ουσίας σημαίνει πλειστηριασμοί και κατασχέσεις ακινήτων συμπεριλαμβανομένης και της πρώτης κατοικίας, γεγονότα που αποτελούν κομμάτι της αναπαραγωγής του κεφαλαίου των τραπεζών. Το κεντρικό πλάνο των επισπευδουσών τραπεζών αποτελεί η αγορά των ακινήτων μέσω των πλειστηριασμών που γίνονται επί της εμπορικής και όχι αντικειμενικής αξίας των ακινήτων, γεγονός που συνεπάγεται πολλαπλάσια αναπαραγωγή του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Στην τσέπη των τραπεζών πέραν της υποτίμησης της αξίας του ακινήτου προστίθενται και οι πολλαπλασιαστές επιτοκίων, όπως αναφέρθηκαν παραπάνω, που τέθηκαν στην αρχή των καταναλωτικών δανειοδοτήσεων, υπό άλλους όρους και συνθήκες, και αποτέλεσαν μια “εκ του μηδενός” παραγωγής κεφαλαίου. Οι πρώτες εστίες αγωνιστικής αντίδρασης απέτρεπαν για καιρό τη διεκπεραίωση των πλειστηριασμών μιας και απαιτούταν η φυσική παρουσία συμβολαιογράφου στον εν γένει δημόσιο χαρακτήρα του διαγωνισμού. Ωστόσο, τον τελευταίο χρόνο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, θεσμοθέτησε και νομιμοποίησε τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, αίροντας την απαίτηση διενέργειάς του στα ειρηνοδικεία θέτοντας πλέον ένα καινούργιο πλαίσιο κατασταλτικών πρακτικών. Παρότι δρούμε απέναντι στα ιδιοκτησιακά και περιουσιακά φετίχ, αναγνωρίζοντας την ιδιοκτησία ως βασικό πυλώνα του καπιταλισμού που θέτει ήδη με την αποδοχή της ένα εξουσιαστικό πλαίσιο, ταυτόχρονα υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου στις βασικές ανάγκες της τροφής, της ενδυμασίας, της στέγασης κτλ., που προαπαιτούνται για μια ανθρώπινη διαβίωση. Η στέρηση όλων των αυτών δεν μπορεί να μας αφήσει αδιάφορες/ους και αμέτοχες/ους. Προσφέροντας την αλληλεγγύη μας και ταυτόχρονα τονίζοντας την αντιφατικότητα που ενέχει η σχέση ιδιοκτησίας – ελευθερίας, στεκόμαστε δίπλα στις καταπιεζόμενες και στους καταπιεζόμενους, στοχεύοντας τον μηχανισμό των πλειστηριασμών και συγχρόνως προτάσσοντας την απελευθέρωση από τα δεσμά της ιδιοκτησίας. Προτάσσοντας τις καταλήψεις ως χώρους κάλυψης των βασικών μας αναγκών και συγχρόνως ως κέντρα αγώνα για την καθημερινή πάλη για έναν κόσμο ισότητας, αλληλεγγύης και ελευθερίας.
Στην Πάτρα μέχρι στιγμής ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς έχουν αναλάβει τα συμβολαιογραφία της Ραβαζούλα Αθηνάς (Βότση 52), Παπαγεωργίου Βασιλικής (Βότση 21), Μητροπούλου Ειρήνης (Κανάρη 45).
ΟΛΑ ΜΑΣ ΑΝΗΚΟΥΝ ΓΙΑΤΙ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΚΛΕΜΜΕΝΑ, ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΣΕ ΒΙΛΕΣ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΛΕΛΕΙΜΜΕΝΑ.
ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟΥΡΚΙΑ, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Ο ΕΧΘΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ.
ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟΙ, ΑΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΟΙ, ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΙ, ΜΑΧΗΤΙΚΟΙ, ΤΑΞΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ